«Μαθημένη Αβοηθησία»: Όταν η παραίτηση και η απαισιοδοξία γίνονται στάση ζωής | InMedHealth


«Μαθημένη Αβοηθησία»: Όταν η παραίτηση και η απαισιοδοξία γίνονται στάση ζωής.

Η «Μαθημένη Αβοηθησία» (Learned Helplessness) είναι ο όρος που αναφέρεται στην ψυχική κατάσταση όπου κάποιος αισθάνεται αδύναμος να ανταπεξέλθει σε δύσκολες καταστάσεις, παραιτείται από την προσπάθεια και αποδέχεται ότι έχει ελάχιστο έως μηδαμινό έλεγχο στα πράγματα. Άλλοι όροι για την κατάσταση αυτή είναι η «Μαθημένη Ανημπόρια» ή η «Επίκτητη Αδυναμία».

Η θεωρία αναπτύχθηκε στα πλαίσια διερεύνησης της κατάθλιψης, από τον ιδρυτή της Θετικής Ψυχολογίας Martin Seligman, ο οποίος το 1967 πραγματοποίησε μία σειρά πειραμάτων με σκύλους. Κατά τα πειράματα αυτά, ο Seligman χώρισε τους σκύλους σε δύο ομάδες και τους χορηγούσε μικρές δόσεις ηλεκτροσόκ. Η πρώτη ομάδα είχε τη δυνατότητα να σταματήσει το ηλεκτροσόκ, με το πάτημα ενός μοχλού, ενώ για τη δεύτερη ομάδα, ο μοχλός δεν σταματούσε το σοκ. Στο δεύτερο στάδιο, η δεύτερη ομάδα είχε τη δυνατότητα να αποφύγει το σοκ, όμως παρατηρήθηκε ότι οι σκύλοι, έχοντας μάθεις στην πρώτη φάση ότι δεν μπορούν να γλιτώσουν τον πόνο, δεν προσπάθησαν καν να ξεφύγουν και υπέμειναν το επώδυνο ερέθισμα. Φυσικά, τα πειράματα κατακρίθηκαν λόγω της αδιαμφισβήτητης κακοποίησης των ζώων.

Παρόλα αυτά, αυτή η στάση που παρατηρήθηκε στους σκύλους, παρατηρείται και σε πολλούς ανθρώπους, που αισθάνονται αδύναμοι απέναντι σε απαιτητικές καταστάσεις ή στη ζωή γενικά, παραιτούνται, πιστεύουν ότι δεν έχουν τον έλεγχο, δεν μπορούν κάνουν τίποτα για να αλλάξουν τα πράγματα και υιοθετούν μία στάση παθητική. Είναι σαν να αφήνονται στη μοίρα τους, αφού θεωρούν ότι οποιαδήποτε προσπάθεια τους θα πέσει στο κενό.

Η αβοηθησία διακρίνεται σε προσωπική και καθολική. Στην πρώτη περίπτωση, το άτομο πιστεύει ότι δεν είναι ικανό να βρει λύσεις στα προβλήματα, ενώ οι άλλοι μπορούν. Η αιτία, λοιπόν, εντοπίζεται σε εσωτερικούς παράγοντες, όπως η χαμηλή αυτοεκτίμηση και άλλα προσωπικά χαρακτηριστικά. Στη δεύτερη περίπτωση, το άτομο αποδίδει την αδυναμία που αισθάνεται σε εξωτερικούς παράγοντες, όπως την κατάσταση της κοινωνίας και της οικονομίας, πιστεύει ότι δεν μπορεί να γίνει κάτι και κανείς δεν είναι ικανός να αλλάξει τα δεδομένα. Αυτό σίγουρα θυμίζει το κλίμα που βιώνουμε στη χώρα μας από τότε που έχει ξεσπάσει η οικονομική κρίση, που ασφαλώς είναι επιβαρυντική, όμως πολλοί είναι εκείνοι που ανελίχθηκαν μέσα σε αυτά τα χρόνια της κρίσης και αυτό αποτελεί παράδειγμα για τη σημασία του προσωπικού σθένους και της θέλησης.

Ενδεικτικές είναι οι εκφράσεις: «Γιατί να το παλέψω, αφού τίποτα δε θα γίνει», «Δεν έχει νόημα», «Η οικονομική κρίση φταίει», «Το έχει η μοίρα μου να ταλαιπωρούμαι», «Οι άλλοι μπορούν, εγώ έτσι είμαι και δεν αλλάζω».

Η μαθημένη αβοηθησία, όπως φαίνεται και από τον όρο, δεν είναι κάτι έμφυτο, αλλά αποκτάται στην πορεία της ζωής. Αυτή η αίσθηση της απώλειας ελέγχου και η μοιρολατρική αποδοχή επώδυνων καταστάσεων μαθαίνονται με διάφορους τρόπους. Για παράδειγμα, εάν κάποιος βρέθηκε σε μία δύσκολη ή τραυματική συνθήκη και προσπάθησε ανεπιτυχώς να διαφύγει ή να την αλλάξει, ίσως αποκτήσει την πεποίθηση ότι δεν είναι ικανός να ελέγχει τέτοιου είδους καταστάσεις και δε μπορεί να βοηθήσει τον εαυτό του. Επίσης, αν ο γονέας έχει αυτή την αίσθηση αβοηθησίας ως στάση ζωής, ενδεχομένως να την «περάσει» και στο παιδί του. Ακόμη, ένα παιδί που μεγάλωσε πολύ προστατευμένο και «καλομαθημένο», με όλες τις ευκολίες και χωρίς την ανάγκη να προσπαθεί για αυτά που θέλει, είναι πολύ πιθανό ως ενήλικας να μην μπορεί να διαχειριστεί τις προκλήσεις, να μην αντέχει τις ματαιώσεις και να αισθάνεται ότι δεν είναι σε θέση να αντιμετωπίσει τις δυσκολίες.

Η Μαθημένη Αβοηθησία συνδέεται άρρηκτα με την κατάθλιψη, καθώς αυτή χαρακτηρίζεται σε πολύ μεγάλο βαθμό από παραίτηση και απελπισία. Ο άνθρωπος που βιώνει κατάθλιψη έχει μία απαισιόδοξη ματιά, τόσο ως προς τον κόσμο, όσο και ως προς τον εαυτό του και δεν έχει ελπίδα για θετικές εξελίξεις, ούτε σε κοινωνικό ούτε σε προσωπικό επίπεδο. Η εξαιρετικά δύσκολη συναισθηματική κατάσταση στην οποία βρίσκεται καταφέρνει να τον υποτάξει και να του στερήσει την αισιοδοξία και την αυτοπεποίθηση που χρειάζεται για να την αντιμετωπίσει. Το ίδιο μπορεί να συμβεί και με άλλες μορφές ψυχοπαθολογίας, όπως αγχώδεις ή ιδεοψυχαναγκαστικές διαταραχές. Το άτομο, δηλαδή, ίσως αισθάνεται ότι δεν υπάρχει τίποτα που να μπορεί να κάνει, ώστε να ξεπεράσει τα συμπτώματα και τη διαταραχή του και έτσι να απλά να την υπομένει σαν «γραφτό» του.

Η θεωρία αυτή μας βοηθά να κατανοήσουμε καλύτερα γιατί κάποιοι άνθρωποι υπομένουν και δεν προσπαθούν να ξεφύγουν από επώδυνες, βασανιστικές ή αυτοκαταστροφικές καταστάσεις, όπως  λ.χ. κακοποιητικές σχέσεις, εξαρτήσεις από ουσίες ή ανθυγιεινές συνήθειες. Οι άνθρωποι αυτοί, για τους οποίους μπορεί να σκεφτούμε «Μα καλά, πώς συνεχίζει, δεν βλέπει ότι κάνει κακό στον εαυτό του;», έχουν απογοητευτεί, έχουν χάσει την ελπίδα, το νόημα και το κίνητρο τους, αφού θεωρούν αναπόφευκτη την αποτυχία.

Πώς μπορούμε να «ξεμάθουμε» την αβοηθησία;

Ο ίδιος ο Seligman πιστεύει πως ο άνθρωπος μπορεί να αλλάξει αυτή την αίσθηση αβοηθησίας που τον διακατέχει, κάνοντας λόγο για τη «Μαθημένη Αισιοδοξία» και  την καλλιέργεια της ανθεκτικότητας. Η εστίαση στις θετικές εμπειρίες, στα θετικά μας γνωρίσματα και σε αυτά που μπορούμε να αλλάξουμε, είναι μία καλή αρχή, ώστε να αναδιαμορφώσουμε πεποιθήσεις, ερμηνείες και μοτίβα συμπεριφοράς, που δεν μας ωφελούν.

 Ωστόσο, όταν η αίσθηση ανικανότητας και απαισιοδοξίας έχει εδραιωθεί πολύ καλά, συχνά το άτομο δυσκολεύεται να αναλάβει ευθύνη και να δράσει μόνο του προς αυτή την κατεύθυνση. Γι’ αυτό, το να μπει σε διαδικασία ψυχοθεραπείας μπορεί να είναι εξαιρετικά βοηθητικό. Σε αυτό το υποστηρικτικό πλαίσιο θα μπορέσει να κάνει την ενδοσκόπηση του, να διερευνήσει και να καταλάβει τι τον οδήγησε στη στάση αβοηθησίας, να κάνει συνειδητοποιήσεις, να ανακτήσει την αίσθηση ελέγχου, να τονώσει την αυτοεκτίμηση και αυτοπεποίθηση του, να δοκιμάσει νέους τρόπους σκέψης, να ενδυναμωθεί και να δει ότι δεν είναι καταδικασμένος να ζει ως όμηρος των καταστάσεων.

Το πιο σημαντικό από όλα είναι η ενστάλαξη της ελπίδας και της αίσθησης ότι η ζωή έχει αξία. Μόνο σε αυτή τη βάση μπορεί κάποιος να κινητοποιηθεί και να συντονιστεί στο θετικό και ωφέλιμο για εκείνον. Ο πόνος είναι αναπόφευκτο κομμάτι της ζωής και της ανθρώπινης ύπαρξης, το να υποφέρουμε όμως από αυτόν και να παραδινόμαστε, σηκώνοντας τα χέρια ψηλά, δεν είναι. 

Κείμενο: Αγγελική Κονιδάρη

Σύμβουλος Ψυχικής Υγείας MSc./Εκπ.Ψυχοθεραπεύτρια

Βιβλιογραφία

Seligman, M.E. (1972). Learned helplessness. Annual Review of Medicine, 23(1), 407–412.

►Βρείτε μας στο Facebook: shorturl.at/aknuQ
►Βρείτε μας στο Instagram: shorturl.at/vC079
►Βρείτε μας στο Linkedin: shorturl.at/isY08
►Επικοινωνήστε μαζί μας στο inmedhealth.blogspot.gr@gmail.com

Βρείτε μας στο Youtube!



*Οι απόψεις των εθελοντών αρθρογράφων είναι απολύτως προσωπικές και δεν εκφράζουν απαραίτητα την άποψη του ιδιοκτήτη.

Δημοσίευση σχολίου

0 Σχόλια