Η ενσυναίσθηση: Οδηγός για αποτελεσματική επικοινωνία
Η ενσυναίσθηση περιγράφεται ως η συναισθηματική ταύτιση με την κατάσταση ενός άλλου ανθρώπου. Αποτελεί βασική κοινωνική δεξιότητα και ένδειξη συναισθηματικής επάρκειας. Απαιτείται η αναγνώριση και η κατανόηση της οπτικής, των σκέψεων ή της κατάστασης που βιώνει ένας άλλος άνθρωπος. Με αυτόν τον τρόπο μπορεί κάποιος να βάλει τον εαυτό του στη θέση του άλλου, να κατανοήσει τη συμπεριφορά του και να αναγνωρίσει τα κίνητρα που την καθοδηγούν. Η έννοια της ενσυναίσθησης ξεκινά από την αντίληψη των συναισθημάτων των άλλων, τα οποία ακόμα και αν τα ρωτήσει κανείς δεν είναι βέβαιο ότι θα λάβει κάποια απάντηση για αυτά. Στην πραγματικότητα χρειάζεται να προσπαθήσεις να καταλάβεις, ακόμα και να μαντέψεις στοιχεία της λεκτικής και κυρίως τη μη λεκτική επικοινωνίας για να «μπεις στα παπούτσια του άλλου».
Είναι ένα ισχυρό εργαλείο επικοινωνίας και ταυτόχρονα μια ικανότητα που όλοι διαθέτουμε, ακόμα και αν δεν την αξιοποιούμε. Αποτελεί σημαντικό εργαλείο της ψυχοθεραπευτικής σχέσης αλλά και όλων των διαπροσωπικών σχέσεων. Την ενσυναίσθηση τη συναντούμε σε κάθε περίσταση στην οποία ένας άνθρωπος επιχειρεί να καταλάβει αυτόν που βρίσκεται απέναντι του. Είναι μια ικανότητα που φέρνει τους ανθρώπους κοντά και καλλιεργεί το σεβασμό και την αμοιβαία κατανόηση και εμπιστοσύνη. Πολλοί επιστήμονες προσπάθησαν να ορίσουν την ενσυναίσθηση. Ο Adler την περιέγραψε ως την ικανότητα να βλέπουμε με τα μάτια του άλλου και να ακούμε με τα αυτιά του, ενώ ο Rogers είπε ότι η ενσυναίσθηση είναι σαν να εισέρχεσαι στον ιδιωτικό χώρου ενός άλλου ανθρώπου και να μένεις εκεί και να ζεις προσωρινά τη ζωή του. Το να μπορεί να δει κάποιος από το παράθυρο του άλλου είναι το συστατικό της επιτυχημένης κατανόησης του κόσμου του άλλου.
Πώς ενεργοποιείται η ενσυναίσθηση στις διαπροσωπικές σχέσεις;
Όταν κάποιος ακούει με ενσυναίσθηση είναι σαν να μεταφέρει στον άλλον τον μήνυμα ότι είμαι εδώ, με ενδιαφέρει αυτό που λες και δεν σε κρίνω. Με αυτό τον τρόπο ενθαρρύνει τον άλλον να μιλήσει και να εκφραστεί ελεύθερα. Αυτό δεν σημαίνει φυσικά ότι πάντα οι δύο άνθρωποι που επικοινωνούν συμφωνούν μεταξύ τους, όμως αρκεί ο ακροατής να δείχνει ότι τον ενδιαφέρει να κατανοήσει αυτόν που μιλάει και να τον βοηθήσει να βρει λύση στο πρόβλημά του. Ο συνομιλητής πρέπει να καθοδηγεί τη συζήτηση. Έτσι ο ακροατής θα έχει την ευκαιρία να εντοπίσει τη συναισθηματική κατάσταση στην οποία βρίσκεται ο συνομιλητής. Παρατηρώντας αλλαγές στη συμπεριφορά, την έκφραση και τα σημάδια της λεκτικής και μη λεκτικής επικοινωνίας. Έπειτα ο ακροατής μεταφέρει στον συνομιλητή τα μηνύματα που έλαβε από αυτόν, όπως και τα συναισθήματα. Με αυτό τον τρόπο μπορεί να βεβαιωθεί ότι δεν έχει παρερμηνεύσει κάποιο μήνυμα και αυξάνει και την εμπιστοσύνη του συνομιλητή προς αυτόν. Το αποτέλεσμα είναι ότι του ανοίγει το δρόμο για να δεχτεί την υποστήριξη και τη συνεργασία που χρειάζεται και να χτιστεί η αποτελεσματική επικοινωνία μεταξύ τους.
Δεξιότητες αποτελεσματικής ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ
Ακρόαση : Η αποτελεσματική ακρόαση προϋποθέτει την κατανόηση των λέξεων και του πως νιώθει κάποιος για αυτά που λέει. Χρειάζεται επικέντρωση στον ομιλητή, αποφυγή διακοπών και κριτικής διάθεσης και ένδειξη ενδιαφέροντος.
Μη λεκτική επικοινωνία: Είναι η γλώσσα του σώματος και οι εκφράσεις του προσώπου. Βοηθάει στη σύνδεση με ένα άλλο άτομο και στο χτίσιμο καλύτερης σχέσης. Χρειάζεται εξάσκηση μέσω της παρατήρησης άλλων ανθρώπων, αναγνώριση των ατομικών διαφορών και να αντιλαμβάνεται κανείς τα σημάδια ως ολότητα για να μπορεί να τα ερμηνεύσει σωστά.
Διαχείριση του στρες: Είναι εποικοδομητικό σε μικρή ποσότητα αλλά χρειάζεται έλεγχος για να μη διαταράσσει την ικανότητα για καθαρή σκέψη και κατάλληλη αντίδραση. Χρειάζεται να αναγνωρίσει κάποιος τα σημάδια του στρές, να παίρνει χρόνο να ηρεμίσει ώστε να επαναφέρει τις αισθήσεις του στον κανονικό ρυθμό, να ελαφρύνει το κλίμα και να είναι πρόθυμος να συμβιβαστεί μέσα από αμοιβαίες υποχωρήσεις.
Συναισθηματική επίγνωση: Τα συναισθήματα είναι βασικά για τον τρόπο που επιλέγει κάποιος να επικοινωνήσει και να πάρει αποφάσεις. Χρειάζεται επαφή με τα συναισθήματα και προσπάθεια επικοινωνίας αυτού. Μέσα από αυτή την επίγνωση μπορεί κάποιος να κατανοήσει τον εαυτό του και τον άλλον και να επικοινωνήσει αποτελεσματικά. Απαιτεί τόσο τη σκέψη όσο και το συναίσθημα για να είναι κάποιος σε θέση να αξιοποιήσει τις συναισθηματικές ενδείξεις για να καταλάβει τι επικοινωνεί κάποιος άλλος και να ενεργήσει κατάλληλα. Χτίζεται με υπομονή και εξάσκηση.
Κείμενο: Διαμαντοπούλου Δανάη, Ψυχολόγος MSc
0 Σχόλια